Του Μανώλη Κοττάκη
Τρεις εισαγωγικές επισημάνσεις πριν έρθω στο σημερινό κύριο θέμα μου, τη στάση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη έναντι της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Διότι, όπως παρατηρώ, ήδη βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι νέο, αλλά όχι εντελώς ανεξήγητο.
Οι εισαγωγικές επισημάνσεις αφορούν το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την αναμόρφωση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Η πρώτη: Είναι εντυπωσιακό ότι νομιμοποιείται πλήρως η παρακολούθηση του πολιτικού κόσμου και με τη βούλα του Κοινοβουλίου. Στο μέλλον δεν θα πρόκειται για εξαιρετικό καθεστώς, αλλά για τον κανόνα.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση έρχεται να κυρώσει με νόμο το ιδεολόγημα που παρουσίασε ο πρωθυπουργός στη συνεδρίαση του Αυγούστου, σύμφωνα με το οποίο όλα τα πολιτικά πρόσωπα είναι ύποπτα λόγω της ιδιότητάς τους και ουδείς εξαιρείται.
Εκείνη την εποχή βεβαίως είχε διατυπώσει τις αντιρρήσεις του ο Ευάγγελος Βενιζέλος, συνδέοντας την παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών βουλευτή με τα ζητήματα άρσης ασυλίας, αλλά από τότε πέρασε πολύς καιρός και ο κύριος Βενιζέλος σήμερα αγνοείται. Το ίδιο και ο κύριος Αλιβιζάτος, που είχε διατυπώσει παρεμφερείς απόψεις. «Aργεί».
Η δεύτερη επισήμανση: Ζητείται από τον εκάστοτε πρόεδρο του Κοινοβουλίου να καθίσταται πολιτικά συνένοχος στα αιτήματα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών για παρακολούθηση πολιτικών προσώπων. Η κυβέρνηση διαφήμισε την έγκριση του προέδρου ως φίλτρο ασφαλείας, ωστόσο η ρύθμιση που προβλέπει ότι η συναίνεση του εκάστοτε «Τασούλα» θα δίδεται πριν από την απόφαση των δύο εισαγγελέων και της ΑΔΑΕ στην πραγματικότητα προδιαθέτει για αυθαιρεσίες μέλλοντος. Ουδείς γνωρίζει με ποια δεδομένα θα δίδουν οι μελλοντικοί πρόεδροι της Βουλής πριν από τους εισαγγελείς την έγκρισή τους για την καθολική παρακολούθηση πολιτικών προσώπων.
Η τρίτη επισήμανση: Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι πολίτες που παρακολουθούνται από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών δύναται να ενημερώνονται για την παρακολούθησή τους τρία ακριβώς χρόνια μετά τη λήξη της, υπό προϋποθέσεις.
Υποτίθεται ότι η Νέα Δημοκρατία είναι φιλελεύθερο κόμμα. Υποτίθεται ότι έχει στο κέντρο της προσοχής της τον άνθρωπο. Υποτίθεται ότι προστατεύει τα ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα. Το πόσο συμβατή είναι αυτή η ρύθμιση με τη φιλελεύθερη φυσιογνωμία της είναι υπό… διερεύνηση.
Πάμε τώρα στον κύριο Ανδρουλάκη. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ άφησε να εννοηθεί, με συνέντευξή του στο Mega Channel του κυρίου Μαρινάκη, ότι πρόκειται να ψηφίσει επί της αρχής το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την ΕΥΠ. Είναι η δεύτερη φορά που σε σύντομο χρονικό διάστημα το ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσει νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Ψήφισε και το καλάθι του νοικοκυριού του κ. Γεωργιάδη. Η στάση αυτή του κυρίου Ανδρουλάκη, η οποία πρέπει να οφείλεται στο ότι φοβάται μην αποκαλυφθεί ο επίσημος λόγος της παρακολούθησής του, που έχει σχέση με κάποιο… προξενείο, δημιουργεί νέα δεδομένα στον πολιτικό ανταγωνισμό. Και νέα προεκλογικά δεδομένα και νέα μετεκλογικά δεδομένα.
Ως προς τα μετεκλογικά, χωριό που φαίνεται κολαούζο δεν θέλει. Ο κύριος Ανδρουλάκης, φοβούμενος αποκαλύψεις για το πρόσωπό του, προσεγγίζει σταδιακά την κυβέρνηση και διατίθεται ως μετεκλογικός εταίρος σε κυβέρνηση συνεργασίας. Ετσι, το ΠΑΣΟΚ γλιτώνει και μια πιθανή κοινοβουλευτική διάσπαση σε αυτή τη φάση, αλλά και ο κύριος Μητσοτάκης, εκτός από τον κύριο Τσακαλώτο και τους βουλευτές που ελέγχει, αποκτά επισήμως και έναν σύμμαχο που το καλοκαίρι έμοιαζε χαμένος: τον κύριο Ανδρουλάκη.
Αυτά -υπό προϋποθέσεις- θα ήταν καλά νέα για τον τόπο και τη δημοκρατία, στο μέτρο που ευνοούν τη συγκρότηση σταθερής κυβέρνησης. Εστω κι αν αυτή θα είναι βραχύβια εκ των πραγμάτων. Είναι, όμως, καλά νέα; Πληροφορίες που συλλέγω από όλη την Ελλάδα λένε ότι έχουν ανοίξει τα στεγανά στο ΠΑΣΟΚ και σιγά σιγά αρχίζει η έξοδος του Μεσολογγίου στελεχών και ψηφοφόρων του Κινήματος προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα αλλεπάλληλα «ναι» του κυρίου Ανδρουλάκη στα νομοσχέδια της Νέας Δημοκρατίας και η ανεξήγητη νωθρότης του (για τους αμύητους, ανεξήγητη) προκαλούν βαθιά απογοήτευση στον κορμό της εκλογικής βάσης του κόμματος, σε σημείο που κάποιοι υποστηρίζουν ότι το μονοψήφιο ποσοστό δεν είναι απίθανο. Η νοσταλγία για τον παπανδρεϊσμό και οι τονωτικές ενέσεις μνήμης υπέρ του ιδρυτή και του Κινήματος στη σειρά «Αυτή η νύχτα μένει» δεν αρκούν πλέον για την αύξηση των ποσοστών.
Σε κάθε περίπτωση, είναι ορατές στις τοπικές κοινωνίες στην περιφέρεια οι μετακινήσεις απογοητευμένων στελεχών και ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ απευθείας προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η απογοήτευση είναι τέτοια, ώστε ακόμη και ο σύζυγος της αείμνηστης προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά, Ανδρέας Τσούνης, σε ανάρτησή του υποστήριξε ότι, αν η Φώφη ζούσε, δεν πρόκειται ποτέ να συγκυβερνούσε με τη Δεξιά.
Εφόσον η τάση αυτή που συλλαμβάνουν τα ραντάρ μας επιβεβαιωθεί στην κάλπη, τότε η διαφορά του πρώτου και του δεύτερου κόμματος δεν θα είναι ακριβώς αυτή που διαβάζουμε σήμερα στις δημοσκοπήσεις – θα είναι μικρότερη. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ακόμα δύο δεξαμενές, τους ψηφοφόρους του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25. Και τα δύο αυτά κόμματα, για δικούς τους λόγους καθένα, όπως λέει η νεολαία μας, «πετούν χαρταετό» στην υπόθεση των υποκλοπών. Κοινώς, κρατούν χαμηλούς τόνους έναντι της κυβέρνησης – και αυτό έχει γίνει ήδη ορατό στα κοινά τους. Η πιθανότητα να έχουν και αυτά τα δύο κόμματα, εκτός από το ΠΑΣΟΚ, διαρροές προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απίθανη.
Τούτων δοθέντων, η Νέα Δημοκρατία εξασφαλίζει μετεκλογικό κυβερνητικό εταίρο, εφόσον ο κύριος Ανδρουλάκης συνεχίσει στην ίδια τροχιά, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά μια απρόσμενη δεξαμενή ψήφων προκειμένου να ροκανίσει όσο μπορεί τη διαφορά. Πρώτη θα είναι η Νέα Δημοκρατία, αλλά δεν ξέρουμε με πόσες μονάδες. Η στρατηγική Ανδρουλάκη προεκλογικά δεν τη βοηθά να τις αυξήσει. Αντικειμενικά λειτουργεί υπέρ της ευρύτερης συσπείρωσης της Κεντροαριστεράς. Οποιος δεν μπορεί να το δει αυτό και κάθεται στις δάφνες ότι εξασφάλισε μετά βεβαιότητας μετεκλογικό εταίρο διαπράττει μέγιστο λάθος. Ο κύριος Ανδρουλάκης είναι πράγματι η νέα μεταβλητή της πολιτικής μας ζωής. Οχι, όμως, όπως την είχαμε φανταστεί. Η ζωή είναι απρόβλεπτη και γι’ αυτό ενδιαφέρουσα, όπως θα έλεγε και ο Αντώνης Σαμαράς.
ΕΣΤΙΑ-Δημοκρατία-Newsbreak